Τα μηχανάκια είναι η ζωή μου. Να τα θαυμάζω, να τα καβαλάω, να τα επισκευάζω. Στα νιάτα μου ήμουν καλός καμικάζι. Για όσους γνωρίζουν από κόντρες, στη Βούτα κι αλλού με φωνάζαν μαύρο καβαλάρη. Από τότε, περάσαν τα χρόνια και ηρέμησα, αλλά το χούι με τις μηχανές μου ‘μεινε. Έτσι, διατηρώ ένα συνεργείο μοτοσικλετών εδώ και καμιά 20ριά χρόνια και είμαι ευτυχισμένος με τη δουλειά μου, γιατί κάνω αυτό που αγαπώ.
«Το μηχανάκι δίνει στον αναβάτη μια ασύγκριτη αίσθηση ελευθερίας»
Το μηχανάκι είναι μια σπουδαία εφεύρεση. Δίνει στον αναβάτη μια ασύγκριτη αίσθηση ελευθερίας και τη δυνατότητα να μετακινείται γρήγορα και οικονομικά. Δυστυχώς, αυτά τα πλεονεκτήματα της δίτροχης μετακίνησης έχουν και το κόστος τους. Σε σχέση με τα αυτοκίνητα, ειδικά στην Ελλάδα όπου έχουμε πάρει διαζύγιο από τη σωστή οδική συμπεριφορά, τα μηχανάκια είναι πολύ επικίνδυνα.
Αν στα παραπάνω προσθέσεις τα χάλια του οδικού δικτύου αλλά και την οικονομική κατάσταση των Ελλήνων τη σήμερον ημέρα, ο συνδυασμός που προκύπτει είναι θανατηφόρος. Όπως σου ανέφερα και πιο πάνω αγαπητό μου mikromeseos.gr, είμαι μάστορας στα μηχανάκια. Ε, λοιπόν, το τι έχουν τα μάτια μου τoν τελευταίο καιρό δε λέγεται. Λες κι όλα τα σαράβαλα τα φέρνουν σε μένα για επισκευή. Κάνω ό,τι μπορώ για να διορθώσω την τραγική κατάσταση στην οποία βρίσκονται, αλλά δε μπορώ να κάνω θαύματα.
«Σε καμία περίπτωση δε θέλω να έχω βάρος στη συνείδηση τον τραυματισμό ή το θάνατο οποιουδήποτε πελάτη μου»
Με επαγγελματική συνείδηση κι έχοντας πάντα υπόψη μου τη δεδομένη οικονομική στενότητα, κάνω το καλύτερο δυνατό. Σε καμία περίπτωση δε θέλω να έχω βάρος στη συνείδηση τον τραυματισμό ή το θάνατο οποιουδήποτε πελάτη μου. Μικρός λάμβανα μέρος σε αυτοσχέδιους αγώνες ταχύτητας κι έχω επιζήσει κι έχω δει πολλέ στούκες. Η δε γυναίκα μου είναι νοσοκόμα σε εντατική, αυτή κι αν έχει δει τραυματισμούς, θανάτους κι ακρωτηριασμούς. Γι΄αυτό κι εγώ μειώνω όσο μπορώ τη δική μου αμοιβή. Επιστρατεύω ό,τι κονέξιον και γνωριμία έχω σε προμηθευτές κι εμπόρους για να κατεβάσω το κόστος στα ανταλλακτικά. Αλλά, όσο και να ρίξω την τιμή, οι στενεμένοι πελάτες μου ποτέ δεν είναι ικανοποιημένοι. Δε φταίνε αυτοί, φταίει που είμαστε όλοι άφραγκοι. Που δεν έχουμε στο ήλιο μοίρα, μάνα κακομοίρα!
«Υπάρχουν και κακοί επαγγελματίες»
Χρέος μου σαν τεχνίτης μηχανικός, κάτι σαν το όρκο του Ιπποκράτη αλλά για τα μαστόρια, είναι όταν μου φέρεις το καμάρι σου για επισκευή, να σου το παραδώσω σε άριστη κατάσταση. Το μηχανάκι σου πρέπει να είναι σωστό, ώστε και τις βόλτες σου ν’ απολαμβάνεις και πάντα να φτάνεις με ασφάλεια στον προορισμό σου. Βρέξει, χιονίσει! Όμως, δεν είναι όλοι σαν κι εμένα. Υπάρχουν και κακοί επαγγελματίες. Τσαπατσούληδες, που με άλλοθι την οικονομική κρίση και εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη, την ανοχή και την άγνοια των πελατών τους, κάνουν τραγικά πράγματα στις μοτοσικλέτες. Αυτούς δε τους νοιάζει η ασφάλεια του αναβάτη. Μόνο το κέρδος τους απασχολεί και να ‘χουν πάντα πελατεία, πουλώντας το παραμύθι της φτηνής επισκευής. Άσχετο αν αυτά που γλυτώνεις στον κακό το μάστορα, τα πληρώνεις διπλά και τρίδιπλα στο μέλλον. Ακόμα και με τη ζωή σου!
Το τι πατέντα έχουν δει τα μάτια μου στα μηχανάκια που μου φέρνουν να επισκευάσω το τελευταίο διάστημα, δε λέγεται. Να μη μπω σε τεχνικές λεπτομέρειες, αλλά κάποιοι ασυνείδητοι μηχανικοί κάνουν συστηματικά επικίνδυνα πράγματα. Μόνο και μόνο για να γλυτώσουν το ανταλλακτικό, καταφεύγουν σε πάσης φύσεως ευρεσιτεχνίες.
«Φτιάξ’ το», μου λέει «κι όσο γίνεται πιο οικονομικά»
Τις προάλλες μου φέρε ένας άμοιρος το σκουτεράκι του για φτιάξιμο! Το ‘ χε αγοράσει ακριβά την εποχή των παχιών αγελάδων για τις βόλτες του στην εξοχή, αλλά τώρα ο φίλος έμεινε άνεργος. Πατέρας 2 παιδιών που είναι, έκανε το δίκυκλο, αναγκαστικά, το αποκλειστικό μέσο να μετακινεί την οικογένεια. Η μηχανή του, κλασικά σε άθλια κατάσταση! «Φτιάξ’ το», μου λέει «κι όσο γίνεται πιο οικονομικά, γιατί δεν παίζει δίευρο». Το παιδί αυτό το ξέρω από μικρό! Ξέρω τη γυναίκα του. Ξέρω τα παιδάκια του. Τον νιώθω σα δικό μου παιδί. Κοίταξα το μηχανάκι και ήθελε απίστευτο συμμάζεμα. Αλλά όσο και να συμμαζέψεις, χωρίς το ανταλλακτικό προκοπή δε γίνεται.
Την επομένη, ήρθε το παιδί από το συνεργείο να ρωτήσει για το μπαγιόκο. Του έκοψα, όσο μπορούσα, αλλά το εξάρτημα είχε τα λεφτά του και η τιμή όσο να ‘ναι έτσουζε! «Απαπαπαπά, αποκλείεται! Πολλά τα λεφτά», μου λέει! «Μήπως να κάνουμε καμιά πατέντα να το γλυτώσουμε το ανταλλακτικό!», με ρώτησε αλαφιασμένος ο άνεργος, και με το μυαλό που κουβαλάει σύντομα μελλοθάνατος, οικογενειάρχης.
«Πατέντα στην πατέντα… πέφτει ο καμικάζι τέντα!»
«Πατέντα στην πατέντα, αγόρι μου», του λέω, «πέφτει ο καμικάζι τέντα!». Γέλαγε ο μωρός! Τελοσπάντων, τη βρήκαμε την άκρη. Του παράγγειλα και του ‘βαλα μεταχειρισμένο εξάρτημα. Σχεδόν δεν του τη χρέωσα τη δική μου εργασία κι έμεινε ικανοποιημένος, παρότι ακόμη λιγάκι τσουγμένος από τη λυπητερή. Το σπουδαιότερο όλων όμως, έμεινε ζωντανός κι αρτιμελής! Να τον χαίρονται η μανούλα του, που ήταν ωραία γυναίκα στα νιάτα της κι αναστέναζε η γειτονιά όταν κυκλοφορούσε, η σύζυγός του και τ’ ανήλικα τα παιδάκια του.