Πραγματοποιήθηκε έρευνα που συμμετείχαν περίπου 28.500 γυναίκες με μέση ηλικία 63 ετών οι οποίες είχαν φθάσει σε εμμηνόπαυση κατά μέσο όρο στα 47 τους. Από τις γυναίκες αυτές, το 5% νοσηλεύθηκαν για καρδιακή ανεπάρκεια στη διάρκεια 13 ετών.
Επικεφαλής της μελέτης αυτής είναι η επίκουρη καθηγήτρια Νίσα Παρίκχ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο.
Η έρευνα αυτή δημοσιεύτηκε στο περιοδικό του Αμερικανικού Κολλεγίου Καρδιολογίας “Journal of American College of Cardiology”.
Μέσα από επιστημονικές έρευνες εκτιμάται ότι η μικρότερη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου μιας γυναίκας λόγω πρόωρης εμμηνόπαυσης σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας. Για κάθε χρόνο που εμφανίζεται αργότερα η εμμηνόπαυση, ο μέσος κίνδυνος καρδιακής ανεπάρκειας μειώνεται κατά 1%.
Επίσης, σχεδόν τριπλάσιος είναι ο κίνδυνος διαστολικής καρδιακής ανεπάρκειας για όσες γυναίκες δεν έκαναν κανένα παιδί, σε σχέση με όσες έχουν γεννήσει.
Οι ερευνητές τόνισαν, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ότι, όπως δείχνουν τα ευρήματα, η καρδιαγγειακή υγεία μιας γυναίκας εξαρτάται επίσης από παράγοντες όπως η εγκυμοσύνη και η περίοδος αναπαραγωγής. Γι’ αυτό, τόνισαν ότι είναι ανάγκη οι καρδιολόγοι να λαμβάνουν υπόψη τους και τέτοιους παράγοντες, όταν αξιολογούν τον κίνδυνο για την καρδιά μιας γυναίκας.