Οι συμφωνίες με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) για έργα ύψους 7 δισ. ευρώ στην επόμενη τριετία θα πυροδοτήσουν επενδύσεις άνω των 20 δισ. ευρώ, τονίζει ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Αλέξης Χαρίτσης, στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, με αφορμή δημοσιοποίηση στοιχείων της ΕΤΕπ.
Αναλυτικότερα ο κ. Χαρίτσης στην δήλωσή του αναφέρει:
«Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων είναι στρατηγικός εταίρος στις προσπάθειες που καταβάλλουμε για να διοχετεύσουμε επαρκή ρευστότητα στην οικονομία και να χρηματοδοτήσουμε τα αναπτυξιακά έργα που έχει ανάγκη η χώρα. Έχουμε ήδη πετύχει πολλά, το 2017 η συνεργασία με την Τράπεζα έχει αποφέρει στην πραγματική οικονομία περισσότερα από 2 δισ. ευρώ σε προγράμματα όπως ο απευθείας δανεισμός μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι επενδύσεις σε κρίσιμες υποδομές, η στήριξη των δήμων και νέες σημαντικές επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας.
Καρπός αυτής της συνεργασίας είναι και η γρήγορη ενεργοποίηση του Σχεδίου Γιούνκερ από τη χώρα μας που μας έφερε στη δεύτερη θέση μεταξύ των κρατών της ΕΕ στην αξιοποίηση των πόρων αυτού του πολύ σημαντικού εργαλείου, με συμβάσεις που μεταφράζονται σε 5,5 δισ. ευρώ νέες επενδύσεις. Τέλος, για την επόμενη τριετία δρομολογούμε με την ΕΤΕπ ένα pipe line έργων ύψους 7 δισ. ευρώ που αναμένεται, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας, να πυροδοτήσει επενδύσεις άνω των 20 δισ. ευρώ”.
Στην κορυφή των χωρών από την άποψη της αξιοποίησης του σχεδίου Γιούνκερ η Ελλάδα
Αξίζει να σημειώσουμε πως, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ετεπ, η Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή των χωρών που έχουν αξιοποιήσει το Σχέδιο Γιούνκερ και αφορούν σημαντικές υποδομές αλλά και τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων, κυρίως μικρομεσαίων βρίσκεται η Ελλάδα.
Μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), αυτήν την εβδομάδα, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΤΣΕ) ανακοίνωσε ότι αναμένεται να κινητοποιήσει 256,1 δισ. ευρώ σε επενδύσεις. Οι συμφωνίες που εγκρίνονται βάσει του ΕΤΣΕ αφορούν συνολική χρηματοδότηση ύψους 51,1 δισ. ευρώ και στα 28 κράτη μέλη. Περίπου 539.600 μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) αναμένεται να επωφεληθούν από τη βελτιωμένη πρόσβαση στη χρηματοδότηση.