Είμαι μια τριαντάχρονη, επιτυχημένη δικηγόρος. Κατάγομαι από μια εκ των καλών οικογενειών της πόλης και οι γονείς μου με ανέθρεψαν με γαλλικά, πιάνο και αρχές. Είμαι εδώ και 3 χρόνια αρραβωνιασμένη μ’ έναν 35χρονο μικρομεσαίο επιχειρηματία της περιοχής. Σύντομα, σκοπεύαμε να παντρευτούμε.
«Κάθε πρωί πολύχρωμες πεταλούδες φτερούγιζαν στα βλέφαρά μου»
Στη σχέση μας όλα ήταν τέλεια! Κάθε πρωί πολύχρωμες πεταλούδες φτερούγιζαν στα βλέφαρά μου και ξυπνούσα τρισευτυχισμένη κι ερωτευμένη, έτοιμη να ζήσω. Με χίλια φιλιά καλημέριζα τον αρραβωνιαστικό μου και μαζί πέρναμε το πρωινό μας στο κρεβάτι! Κάθε μέρα ήταν γιορτή και με γέλια,χαρές κι αγκαλιές ξεκινούσαμε και οι δυο, ο καθένας με το αυτοκινητό του, για τη δουλειά μας.
Ζούσαμε τον έρωτά μας! Είμασταν το πιο ζηλευτό ζευγάρι της κοσμικής ζωής. Η πανέμορφη ανερχόμενη δικηγόρος που αλωνίζει στις δικαστικές αίθουσες και ο δυναμικός επιχειρηματίας που κρατάει σφιχτά στα χέρια του ολόκληρη την αγορά. Το μέλλον ήταν μπροστά μας και το νιώθαμε κάθε στιγμή! Είχαμε μια ακόρεστη δίψα για ζωή και ρουφούσαμε ερωτευμένοι κάθε ανάσα της σχέσης μας.
«Η καλή κοινωνία της επαρχιακής πόλης στην οποία ζούμε είναι περιορισμένη κι όλοι γνωριζόμαστε μεταξύ μας»
Σε κάθε μας κοινωνική έξοδο ήμασταν το επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Η καλή κοινωνία της επαρχιακής πόλης στην οποία ζούμε είναι περιορισμένη κι όλοι γνωριζόμαστε μεταξύ μας. Κάθε βραδιά ένα ήταν το ερώτημα κυριαρχούσε στα χαρούμενα πηγαδάκια του κοινωνικού μας περίγυρου: «Πότε θα παντρευτείτε;».
«Σύντομα, πολύ σύντομα!», έσπευδε ν’ απαντήσει ο αρραβωνιαστικός μου και μ’ έσφιγγε δυνατά στην αγκαλιά του. Ήταν τόσο μα τόσο δυνατός και τρυφερός μαζί μου! Η αλήθεια είναι πως και οι δύο λατρεύουμε την οικογένεια και θα θέλαμε να κάνουμε πολλά-πολλά παιδιά! Όμως, είμαστε ακόμη πολύ νέοι και θέλαμε πρώτα να ευχαριστηθούμε έως το τέλος την αγάπη μας και έπειτα να περάσουμε το κατώφλι της εκκλησίας. Θέλαμε ο γάμος μας να είναι το απόλυτο γεγονός της χρονιάς. Δυο νέοι, επιτυχημένοι, πανέμορφοι άνθρωποι ξεκινούν μαζί τη ζωή τους. Τι πιο όμορφο, αλήθεια;
«Ο αγαπημένος μου είχε κλείσει εξ’ ολοκλήρου ένα υπερπολυτελές μαγαζί και υπό τη συνοδεία βιολιών, σαμπάνιας και ενός εκπληκτικού μονόπετρου δαχτυλιδιού μου ζήτησε να τον παντρευτώ»
Ο καιρός περνούσε με ταξίδια, γλέντια και πολλή-πολλή ευτυχία! Σε μια από τις καθημερινές ρομαντικές μας εξόδους, ο αγαπημένος μου είχε κλείσει εξ’ ολοκλήρου ένα υπερπολυτελές μαγαζί και υπό τη συνοδεία βιολιών, σαμπάνιας και ενός εκπληκτικού μονόπετρου δαχτυλιδιού μού ζήτησε να τον παντρευτώ! Τα μάτια μου έλαμψαν από ευτυχία κι ήθελα να φωνάξω: «Ο Θέε μου, πόσο τον αγαπώ! Στη ζωή μου δεν είχα νιώσει ποτέ πιο ευτυχισμένη! Και μάλλον δε θα ξανανιώσω!
«Λίγες μόνο ώρες μετά τη νύχτα της απόλυτης ευτυχίας, ήρθε η στιγμή της απόλυτης δυστυχίας!»
Λένε πως όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια για το μέλλον, ο Θεός γελά! Στη δική μας περίπτωση δε γέλασε ο Θεός, αλλά οι τράπεζες! Λίγες μόνο ώρες μετά τη νύχτα της απόλυτης ευτυχίας, ήρθε η στιγμή της απόλυτης δυστυχίας! Έκλεισαν οι τράπεζες και επιβλήθηκαν capital controls στις κινήσεις κεφαλαίων.
Ο αγαπημένος μου, βρέθηκε καταμεσης στον αγριεμένο ωκεανό χωρίς σωσίβιο! Από τη μια δε μπορούσε να πληρώσει τους προμηθευτές του στο εξωτερικό για τις πρώτες ύλες που αγόραζε και από την άλλη τα συμβόλαια στην Ελλάδα συνέχιζαν να τρέχουν και η μία ρήτρα «έσκαγε» μετά την άλλη. Οι πληρωμές στους υπαλλήλους της εταιρείας καθυστερούσαν. Ο ένας μήνας έγινε δύο, οι δύο τρεις, οι τρεις τέσσερις. Οι επι χρόνια ευεργετημένοι εργαζόμενοί του άρχισαν να διαμαρτύρονται!
«Το κινητό του δε σταματούσε να χτυπάει ούτε στιγμή»
Είχε χάσει τον ύπνο του. Δεν ήξερε τι να κάνει! Το κινητό του δε σταματούσε να χτυπάει ούτε στιγμή. Αποτραβιόταν μακρυά μου για να μην τον ακούω, αλλά τον έβλεπα να χτυπιέται και να ωρύεται στο τηλέφωνο. Στο τέλος πήρε την πιο αντρίκια, την πιο δύσκολη απόφαση! Έκλεισε την επιχείρηση και αποζημίωσε υπαλλήλους, τράπεζες, προμηθευτές και πελάτες, εξαντλώντας την προσωπική του περιουσία. Εκποίησε τα πάντα!
Πούλησε το σκάφος, το εξοχικό στη Μύκονο και το Σαλέ στην Αράχωβα. Έδωσε την κούρσα, αλλά και το σπορ αυτοκίνητό του, με το οποίο αλωνίζαμε την Ελλάδα στα ταξίδια μας. «Σκότωσε» μέχρι και τη μεζονέτα του στα προάστια της πόλης! Την εστία μας, όπου ζούσαμε τον έρωτά μας και προγραμματίζαμε να δημιουργήσουμε την όμορφη οικογένεια μας. Μετακομίσαμε στο παλιό μου διαμέρισμα στο κέντρο της πόλης. Εκεί όπου έμενα κατά τη διάρκεια της φοιτητικής μου ζωής κι ήταν για χρόνια κλειστό, αφού από οικονομικής άποψης ούτε χρειαζόταν ούτε και συνέφερε να το νοικιάσω.
«Εκεί που παλιά ξύπναγα τρισευτυχισμένη, τώρα δε θέλω ν’ ανοίξω τα μάτια μου!»
Από τότε κάθε πρωί είναι ένα μαρτύριο! Εκεί που παλιά ξύπναγα τρισευτυχισμένη, τώρα δε θέλω ν’ ανοίξω τα μάτια μου! Φοβάμαι πως θ’ αντικρύσω τον άλλοτε δυναμικό αγαπημένο μου ξενυχτισμένο να καπνίζει, κοιτώντας τη θάλασσα, έξω από το μπαλκόνι μας. Κάθε μέρα σβήνει και πιο πολύ εκείνη η φλόγα ανωτερότητας που έκαιγε στα μάτια του. Αυτή η σιγουριά που μ’ έκανε να τον ερωτευτώ! Αυτή η αυτοπεποίθηση του που με διαβεβαίωνε πως είναι ο κατάλληλος άντρας για να φέρω στον κόσμο τα παιδιά του. Έχει απομείνει μόνο μια ισχνή σκιά του άλλοτε ασύγκριτου εαυτού του!
«Τα τελευταία 2 χρόνια ζούμε μόνο με τα δικά μου έσοδα από τη δικηγορία»
Η ημερομηνία που είχαμε ορίσει για το γάμο μας έχει περάσει προ πολλού. Πώς άλλωστε να ανταποκριθούμε στον μεγαλειώδη γάμο που ολόκληρη η πόλη περίμενε από το πιο επιτυχημένο της ζευγάρι; Τα τελευταία 2 χρόνια ζούμε μόνο με τα δικά μου έσοδα από τη δικηγορία. Όσα κι αν είναι αυτά, με απεργίες, POS κι έναν κόσμο σε κατάσταση αλλοφροσύνης από τα χρέη και τις υποχρεώσεις. Ο αρραβωνιαστικός μου παραμένει ένας άνεργος, πρώην μικρομεσαίος επιχειρηματίας.
«Μου είπε πως θα φύγει για τη Γερμανία»
Για μια ακόμη φορά, την τελευταία στη σχέση μας, φάνηκε δυνατός. Προχθές μου ζήτησε να χωρίσουμε και μάζεψε τα πράγματά του από το σπίτι μου. Μου είπε πως θα φύγει για τη Γερμανία, όπου ένας παλιός του συμμαθητής από το κολλέγιο τού πρόσφερε μια θέση υπαλλήλου στην εξαγωγική του επιχείρηση. Δεν μου κανε καν νύξη να τον ακολουθήσω! Έκλαψα, του είπα να το ξανασκεφτεί και ότι θα τα καταφέρουμε, αλλά κατά βάθος μέσα μου ένιωσα ανακουφισμένη.
«Δεν εύρισκα ούτε τον τρόπο ούτε το θάρρος»
Μ’ έβγαλε από τη δύσκολη θέση και αυτο του το αναγνωρίζω. Σκόπευα να του ζητήσω εγώ να το διαλύσουμε, αλλά δεν εύρισκα ούτε τον τρόπο ούτε το θάρρος. Μη βιαστείτε να με κακολογήσετε. Καλύτερα που χωρίσαμε τώρα και μάλιστα πολιτισμένα. Σκεφτείτε πως θα ήταν αν είχαμε παντρευτεί. Πόσο χειρότερη θα ήταν η κατάσταση εάν είχαμε φέρει στον κόσμο ένα παιδί. Ούτε συζήτηση να τον περίμενα να ορθοποδήσει ξανά!
«Χωρίσαμε κι αυτή ήταν η καλύτερη εξέλιξη και για τους δυο μας»
Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ με τέτοια κρίση. Χωρίσαμε κι αυτή ήταν η καλύτερη εξέλιξη και για τους δυο μας. Ο καθένας θα συνεχίσει το δρόμο του. Εκείνος θα επιχειρήσει το καινούριο του ξεκίνημα στη Γερμανία κι εγώ θα παραμείνω εδώ να κοιτάξω τι θα κάνω με τη ζωή μου. Σας είπα, είμαι μια 30χρονη, όμορφη κι επιτυχημένη δικηγόρος από μια καλή οικογένεια μιας επαρχιακής πόλης της Ελλάδας. Ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται για μένα κι άλλες γυναίκες της ηλικίας μου στη σύγχρονη, μνημονιακή μας Ελλάδα.